Τρίτη 17 Φεβρουαρίου 2015

ΤΗΣ ΜΠΗΛΙΩΣ ΤΑ ΝΗΜΟΡΙΑ




Κωνσταντίνος Τσιτσελίκης

«Δύο παρέες μπουμπουσάρια», γράφει ο Κωνσταντίνος Τσιτσελίκης το 1931 στο διήγημά του ΤΗΣ ΜΠΗΛΙΩΣ ΤΑ ΝΗΜΟΡΙΑ, «ανταμώθηκαν σε ένα στενό σοκάκι εκεί κοντά στη βρύσι του Κουμούση. Η μια κατέβαινε από τον Αϊδημήτρη και η άλλη έρχονταν από τα αλώνια. Ο δρόμος στενός και ο μισός πιασμένος παγωμένα ψηλά ανεμουσουρρίσματα. Ποια από τις δύο παρέες θα περνούσε πρώτη; Τα κουδούνια της μιας έριξαν ένα βήμα μπροστά κουδουνίζοντας άγρια και απειλητικά. Αυτός που τα φορούσε ήταν ένα ψηλό και ρωμαλέο παλικάρι με μια βόβια προσωπίδα με στόμα μεγάλο ανοιγμένο διαρκώς σε ένα άγριο γέλιο με ψηλή καβούκα με πλούσιες αλεποουρές και ένα σφυρί ατσαλένιο με μπαλτά στο χέρι που υποβάσταζε την καβούκα. Με μιας όμως τινάχτηκαν τα κυπριά της άλλης παρέας και έκρωαν το δρόμο στα κουδούνια. Ήταν ένα ψηλό λιγνό παλικάρι με άσπρη φουστανέλλα και μια μαντήλα στο κεφάλι και μια σιδερένια κλίτσα στο χέρι. Τα κουδούνια χτυπούσαν απαίσια και εκκωφαντικά. Μα και τα μπρούτζινα κυπριά βγάζουν κάτι διαπεραστικές φωνές σε κάθε στριφογύρισμα της φουστανέλλας. Σε μια στιγμή κυπριά και κουδούνια σμίγουν και χτυπούν στα στήθια των παλικαριών. Το στενό μονοπάτι δεν χωρεί να βροντήσουν χωριστά. Κάτι σημάδια βάφουν κόκκινο το χιόνι του δρόμου. Τα χέρια που κρατούν την κλίτσα και το ατσαλένιο σφυρί είναι ματωμένα από χτυπήματα των κουδουνιών και των κυπριών. Η σιδερένια κλίτσα στριφογυρίζει στον παγωμένο αέρα και πέφτει βαριά στο μέτωπο της φόβιας προσωπίδας. Μα την ίδια στιγμή ο ατσαλένιος μπαλντάς σχίζει τη μαύρη μαντήλα. Κυπριά και κουδούνια κυλιούνται σε ένα άγριο αγκάλιασμα θανάτου, απάνω στο παγωμένο τσαλαπατημένο χιόνι του στενού δρόμου στο θαμπό και κρύο χάραγμα της πρωτοχρονιάς. Το βράδυ έθαψαν τα δύο αγαπημένα αδέρφια εκεί κοντά στον τόπο της συμπλοκής -την σημερινή Πλατεία 25ης Μαρτίου- όπου το ρωμέϊκο φιλότιμο έχυσε αίμα αδελφικό μέρα Πρωτοχρονιά. Εκεί ακόμα σώζονται ΤΗΣ ΜΠΗΛΙΩΣ ΤΑ ΝΗΜΟΡΙΑ».

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου