Κυριακή 29 Δεκεμβρίου 2013

ΟΙ ΘΡΥΛΟΙ ΤΗΣ ΣΤΟΙΧΕΙΩΜΕΝΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ


Στους ξέφρενους ρυθμούς της καθημερινότητάς μας, εντυπωσιασμένοι από τα αλματώδη βήματα της τεχνολογίας μας λησμονήσαμε μια άλλη όψη της Ελλάδας. Τη Στοιχειωμένη Ελλάδα.
Μια χώρα που αφθονεί σε παράξενες και ανεξήγητες ιστορίες, σε αφηγήσεις που σε οδηγούν σε μαγευτικά τοπία, φυσικά άβατα, μονοπάτια που οδηγούν στο «πουθενά». Ιστορίες ντυμένες με ξωτικές μελωδίες, περίεργες κραυγές, καλπασμούς του υπερφυσικού που σηματοδοτούν την ύπαρξή του αφήνοντας τα δικά του σημάδια.
Μάγισσες και νεράιδες, περίεργα και αλλόκοτα όντα, δαιμόνια ή στοιχειά, νυκτόβια πλάσματα. Πτυχές μιας κρυφής από τα φώτα των πόλεων Ελλάδας, μιας καταπατημένης Ελλάδας από τη ρουτίνα των μεγαλουπόλεων.
 Στα παλαιότερα χρόνια, τα χωριά και οι κωμοπόλεις της Ελλάδας, είχαν το καθένα να αφηγηθούν κάτι ξεχωριστό κάτι παράξενο. Οι άνθρωποι πιο απλοί και «προσγειωμένοι» έβλεπαν με τα μάτια της ψυχής τους, έβλεπαν καθαρά. Αν και τεχνολογικά αναπτυχθήκαμε ωστόσο οι παραδόσεις και οι ιστορίες παρέμειναν καθάριες σαν τους ανθρώπους που τις διηγήθηκαν…
Το σκοτάδι στην Ελλάδα θεωρούνταν απόμακρο ό,τι και σήμερα, αλλά με πιο πρωτογονικό χαρακτήρα! Ο λιγοστός φωτισμός τα βράδια και οι ολιγοπερπατούντες τη νύχτα σχημάτιζαν μια αιθέρια αντίληψη περί της νυχτός! Στη Στερεά Ελλάδα οι μεγαλύτεροι φώναζαν στα παιδιά το βράδυ: «κοιμήσου γιατί θα σε φάει η μαμμότα» -μαμμότα δηλαδή μαμ-μότα, μήπως μόρα;-μαμ έλεγε από μικρό το παιδί!
Οι παλαιότεροι είχαν συνυφασμένη τη ζωή τους με τέτοια όντα. Το βράδυ τύχαινε να κάνουν διάφορες αγροτικές δουλειές, όπως πότισμα του χωραφιού και δεν ήταν λίγες οι συναντήσεις τους με εξωδιαστασιακά όντα. Όλοι είχαν ακούσει σε χωράφια και δάση -χωρίς να υπάρχουν δρόμοι χαραγμένοι- ποδοβολητά «ωσάν να περνά ιππικό ολόκληρο, παιδί μου»…

ΤΙ ΗΤΑΝ ΤΕΛΙΚΑ ΑΥΤΟ ΤΟ ΠΟΔΟΒΟΛΗΤΟ;

Πολλοί οδοιπόροι των παλαιότερων χρόνων μας διηγούνται πολλές και ενδιαφέρουσες ιστορίες! Στην Αθήνα ενώ πολλοί έβγαιναν από την πόλη για τα αγροκτήματά τους στο γυρισμό το βράδυ, έβλεπαν από πίσω τους «ένα σωρό καλλικαντζαραίους να μου φωνάζουν και να παίζουν με το γάιδαρο»… «εκαθόμουν στο πλατάνι και επτά γυναίκες κατάξανθες και γυμνές χόρευαν δίπλα από το κοπάδι μου»…
Έπειτα είχαμε συχνά την εμφάνιση του λεγόμενου «συνοδοιπόρου», πολλοί το παρομοιάζουν με ξωτικό και άλλοι το αποδίδουν σε πανουργία του διαβόλου. Πολλοί ταξιδιώτες είχαν παρατηρήσει στο δρόμο τους ένα παράξενο φως μπροστά τους σε κοντινή απόσταση που αργότερα ερχόταν και τους «καβάλαγε» -μώρα πιθανόν, οι ιρλανδέζικες παραδόσεις το αποδίδουν στη γριά που ίππευε την Πούκα, το άλογο των πνευμάτων- εμποδίζοντάς τους και πνίγοντας τους, ώστε να αργοανασαίνουν, ευτυχώς χωρίς κατάληξη!
Σε πολλές περιοχές πάλι το συναντούσαν σαν άνθρωπο καταμεσής του δρόμου που ρωτούσε νέα για το χωριό ή προθυμοποιούταν να συνοδεύσει τον οδοιπόρο, ο οποίος είχε καταλάβει ότι πρόκειται για ξωθιό και έλεγε την προσευχή του με συνέπεια να εξαφανιζόταν η παρουσία αυτή από μπροστά του.
Υπάρχουν πολλοί επίσης σε χωριά της Αχαΐας και της Στερεάς Ελλάδας που αναφέρουν πως είδαν παρουσίες παράξενων ειδών πουλιών πάνω σε δέντρα, μεγάλα σε μέγεθος και κρυμμένα σε σημείο που να απορείς πώς ένα τέτοιο πουλί χώρεσε εκεί μέσα…
Τα νησιά επίσης αφθονούσαν από τέτοιες παραδόσεις! Στη Σίκινο, Σάμο όλοι γνωρίζουν για τις «ανεράιδες», πολύ όμορφες γυναίκες που διασκέδαζαν κοντά σε πηγές, αρπάζοντας για το γλέντι τους τραγουδιστάδες και βιολιτζήδες, αλλά και παλικάρια που κοιμόντουσαν μαζί τους και έπειτα τρελαίνονταν και δεν μπορούσαν να αγαπήσουν καμιά γυναίκα «γιατί είχαν φιλήσει την έμορφη ξωθιά»…
Οι νεράιδες ή αλούστινες ή γιαλούδες σύχναζαν επίσης σε πηγάδια που συχνά τις νυχτιές χτενίζονταν και παραμόνευαν τον απερίσκεπτο διαβάτη για να τον πλανέψουν…Στα νησιά επίσης και κυρίως στην Κρήτη είχε αναπτυχθεί η πεποίθηση πως «αν ανταμώσεις με του λόγου τους μπήξε στη γη μαυρομάνικο μαχαίρ και θα τις αποδιώξεις»…
Στη Σάμο στο χωριό Λέκα βρίσκονται σε κάποιο σημείο πλατάνια, τα οποία απαγορεύεται να τα κόψεις καθώς προφυλάσσονται από δαιμόνια.
Σε πολλές περιοχές μάλιστα πίστευαν πως αν συναντούσες κάποιο αερικό δεν έπρεπε να μιλήσεις, γιατί αλλιώς θα σου έπαιρνε τη λαλιά, αυτό πραγματικά είναι αξιοπερίεργο διότι είναι πολύ λίγες τέτοιες αναφορές και μπορούν να εξηγηθούν ιατρικά. Τέλος οι νεράιδες, ξωτικά, ξωθιά και αερικά αποτελούσαν μέρος της καθημερινής ζωής πολλών χωριών και πόλεων, ώστε να ονομάζονται και κάποια χωριά με το πρόθεμα νεράιδα…
Ένα σωρό πλάσματα θα βρούμε να κατακλύζουν την ελληνική παράδοση και με τις ιστορίες τους να «στοιχειώνουν» τις σκέψεις αυτών που τις διηγούνται και αυτών που τις ακούνε. Δράκοι που φυλάνε τα νερά ποταμών και στοιχειά που προστατεύουν δέντρα, ώστε κάθε επίδοξος ενοχλητικός να εξολοθρεύεται πριν βεβηλώσει την ιερότητα των δέντρων και του νερού. Ένα τέτοιο δράκο σκότωσε και ο Άγιος Γεώργιος στη χριστιανική παράδοση σε μία από τις πολλές πτυχές αυτής της ιστορίας.
Σε κάποιες περιοχές της Ελλάδας πιστεύεται πως το νερό κοιμάται μια ώρα τη νύχτα, και αν κάποιος επιδιώξει να πιει θα πρέπει με το χέρι του να ταρακουνήσει λίγο τα νερά ώστε να «ξυπνήσει» το νερό και να πιει, αλλιώς αν το τρομάξει κινδυνεύει είτε να χτυπηθεί από το στοιχειό του νερού είτε να δηλητηριαστεί.
Θα ακούσουμε έπειτα τις αφηγήσεις στη Στερεά Ελλάδα και την επαρχιώτικη κυρίως Μακεδονία για τα λεγόμενα χαμοδράκια ή σμερδάκι ή χαμόδρακα. Δαιμόνια που ήταν άκρως επιθετικά στις ορεινές περιοχές λόγω του ότι επιτίθονταν σε κοπάδια βοσκών και είτε τα αφάνιζαν είτε απλώς τα έπνιγαν.
Επικρατεί και η αντίληψη πως πρόκειται και για δαιμόνια που «καβαλούσαν» κάποιον άνθρωπο ώστε να τον αποτρελαίνουν και να τον δαιμονίζουν. Είχαν τη μορφή κριαριού-τράγου και νύχια που τους έδιναν την ικανότητα να πνίγουν το επίδοξο θύμα τους. Αυτή τους η εμφάνιση μας παραπέμπει στο κατάλευκο τράγο που τριγυρνούσε ελεύθερος και ομορφότερο του δεν υπήρχε. Όποτε το συναντούσαν κυρίως τη νύχτα προσπαθούσαν να το αρπάξουν και να το βάλουν στο κοπάδι τους, μάταια όμως για τους επίδοξους το τρίχωμά του ήταν μαγεμένο και κολλούσες κυριολεκτικά επάνω του, έτσι σε έσερνε μέχρι να σε ρίξει σε κάποιο γκρεμό ή φαράγγι.
Το φαράγγι που στη χώρα μας το βρίσκουμε συνυφασμένο με την παρουσία καλλικάντζαρων, δαιμονικών όντων και κυρίως του διαβόλου. Πιστεύεται ακόμα και σήμερα σε πολλά χωριά της Ελλάδας πως αν τύχει νύχτα και περάσεις από φαράγγι θα ακούσεις καλικάντζαρους που θα σε φωνάζουν και μπορεί ακόμα και να σε στοιχειώσουν ολόκληρο. Ενώ αν περάσεις από φαράγγι που πριν είχαν διαβεί διαβόλοι τότε και εσύ θα γίνεις ένα μέρος της μαύρης μαγείας τους. Στα χωριά μπορούμε να βρούμε ανεξάντλητες πηγές τέτοιων ιστοριών που θα μας καθηλώσουν, καθώς τα πάντα (μύλος, σπίτια, πηγές, μονοπάτια) είχαν τη δική τους μικρή και τρομακτική ιστορία.
Λίγες δεν είναι επίσης και οι αναφορές για μάγισσες, που κατά καιρούς είχαν διάφορους ρόλους, πότε χαρτορίχτρας και πότε κατασκευάστριες μαγικών φίλτρων, άλλες πάλι ήταν και επικίνδυνες για τους ανθρώπους. Στη Φλώρινα ακόμα οι παλαιότεροι θα θυμούνται για μια τέτοια γυναίκα που συνήθως καθόταν πάνω σε μια βρύση-πηγή και έκανε μάγια στους περαστικούς.
Η Ελλάδα θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως μία ανεξάντλητη πηγή μυστηρίου και σίγουρα να συνεπάρει πολλούς εξερευνητές της μέσα σε πέπλα ονειρικά ταξιδεμένα σε χρόνους παράλληλους σε εμάς αλλά καλά κρυμμένους σε πονηρά μάτια.
Μυστηριώδεις μορφές τριγυρνούν κάτω από τα μάτια μας και πίσω από την πλάτη μας, μα όταν πραγματικά «δούμε» τίποτα πια δεν θα μας φαίνεται μυστήριο. Τέτοιες μορφές θα συναντήσουμε σε πολλά μέρη μας, τον αράπη που τριγυρνά τις νύχτες και βόσκει(;) τα τάλιρα του προκαλώντας ένα θόρυβο που προσελκύει κάθε περίεργο άτομο. Τη γουρούνα με τα γουρουνάκια της που τις νυχτιές τριγυρνά στις εξοχές, αλλά δεν ανήκει στα χοιρινά κανενός αγρότη. Για τα στοιχειά που «ορίστηκαν» (από ποιόν αλήθεια;) να φυλάττουν ολόκληρα χωριά.
Όπως η Καστανιά και το Νεχώρι της Φθιώτιδας που συχνά πολεμούσαν (τα στοιχειά) για την κυριαρχία μιας κορφής της Οίτης, αλλά κυρίως για την προστασία του χωριού. Για στοιχειά που απλά βρίσκονταν στα χωριά, και η απόδειξη οι τρομεροί ήχοι που ακούγονταν στα χωριά τα βράδια αλλά και τα μεσημέρια, πολλές φορές χωρίς λόγο, υπήρχαν όμως στιγμές που έσκουζαν νυχτιές ολόκληρες επειδή πέθανε κάποιο σημαντικό και καλοκάγαθο άτομο στο χωριό, θρηνώντας έτσι το νεκρό και την απώλεια.
Και επειδή το μυστήριο δε γνωρίζει διαχωρισμούς, ενώ τα στοιχειά των χωριών είχαν συνήθως τη μορφή βοδιών, τράγων και κατσικιών, έχουμε και στην βόρεια Πελοπόννησο αναφορά για στοιχειωμένα μελίσσια που είναι πάρα πολύ άγρια και κανείς ποτέ δεν τολμά να περάσει από εκεί, πόσο μάλλον να πάρει και το μέλι τους.
Ο σημερινός ποταμός Ελικώνας παλαιότερα λεγόταν Ουρλιάς, γιατί ο ήχος των νερών του μοιάζει με ουρλιαχτά ζώων!
Οι βρυκόλακες πάλι αποτελούν και αυτοί κομμάτι της αρχέγονης παράδοσης μας, ο πολιτισμός μας μεγάλωσε μαζί με αυτούς και τις νεράιδες(νύμφες). Βρυκόλακες, ένα μεγάλο κεφάλαιο στην ιστορία της Ελλάδας που κοσμούν με το αίμα τους μαζί με τα κακά πνεύματα τις κιτρινισμένες σελίδες αυτού του τόπου. Η ιστορία γνωστή, ο νεκρός που σηκώνεται από τον τάφο του και στοιχειώνει τόπους και περάσματα, επιδιώκοντας να δαγκώσει το επόμενο θύμα του για να τραφεί με αίμα.
Σε κάθε μέρος οι παραδόσεις για αυτούς ποικίλλουν σε όλες τις πτυχές της ζωής τους. Στην Πρέβεζα δεν βγαίνουν Κυριακή, στη Ναύπακτο βγαίνουν το Σάββατο, το ίδιο και στην Αθήνα… Το φως της μέρας το απεχθάνονται, μα είναι και μοιραίο για αυτούς. Έτσι τριγυρνούν τη νύχτα, ψάχνοντας απελπισμένα το θύμα τους, εξαφανίζονται τη στιγμή πριν την αυγή, για τους στερεοελλαδίτες και τους νησιώτες εξαφανίζονται όταν λαλήσει μαύρος κόκορας. Για αυτό πάντα φρόντιζαν να έχουν ένα, που δύσκολα θα τον έσφαζαν, έχοντάς τον για προστασία…
Το γεγονός γιατί κάποιος να γινόταν βρικόλακας είχε επίσης πολλές επεξηγήσεις και ιστορίες. Το «βρικολάκιασμα» οφειλόταν στη μαύρη ψυχή του νεκρού που είχε «πουλήσει» την ψυχή του στον διάβολο, παράδοση των στερεοελλαδιτών κυρίως. Οι αδικοσκοτωμένοι, οι ταλαιπωρημένοι, οι εκδικούντες των ζωντανών, «μαγεμένοι» και τέλος οι άταφοι, οι άκλαυτοι και οι άψαλτοι! Στα νησιά και σε πολλά ορεινά χωριά πίστευαν πως δεν πρέπει να κοιτάξεις τη νύχτα καθρέφτη γιατί είτε θα γινόσουν βρικόλακας είτε θα έβλεπες κάποιον και θα γινόσουν θύμα του διαβόλου.
Στα νησιά επίσης πίστευαν πως τα μωρά που πέθαιναν στη γέννα ή πέθαιναν αβάφτιστα, τα έπαιρνε ο διάβολος τα βασάνιζε και έπειτα γίνονταν οι χειρότεροι εφιάλτες για τους ζωντανούς. Οι βρυκόλακες λόγω της ημιμάθειας σε αυτά τα θέματα τις παλαιότερες εποχές ήταν συνυφασμένοι με τα κακά πνεύματα, που τις νύχτες του χειμώνα πήγαιναν στις σκεπές των σπιτιών και προσπαθούσαν να μπουν μέσα. Και η νοικοκυρά θέλοντας να προστατέψει το σπιτικό της έβαζε στο δοκάρι της εξώπορτας από την έξω μεριά, πηρούνι και μαχαίρι με κομμένες τις λαβές, ώστε να δείχνουν τις κοφτερές μύτες τους και ότι το σπίτι αποδιώχνει τα κακοποιά πνεύματα όντας οπλισμένο…
Σήμερα μας φαίνονται τόσο απόμακρα σε μερικούς αυτές οι δοξασίες, μα αυτές μεγάλωσαν τους προγόνους μας και τους προστάτεψαν από δύσκολα γεγονότα. Γενιές Ελλήνων έζησαν δίπλα στο φανταστικό και το απόκοσμο, έχοντας πρωταγωνιστικό ρόλο αλλά άθελά τους. Είδαν άλογα τη νύχτα χωρίς αναβάτες να ορμούν σε γκρεμούς, γυναίκες που δεν τις ήξεραν εκείνες να τους μιλούν, έγραψαν τις δικές τους σελίδες στο μεταφυσικό διάφανο πέπλο της Ελλάδας…μιας Στοιχειωμένης Ελλάδας!






ΣΙΣΙ. Η ΚΑΤΑΡΑΜΕΝΗ ΠΡΙΓΚΙΠΙΣΣΑ ΚΑΙ Η ΑΓΑΠΗ ΤΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ


Κόρη του Δούκα της Βαυαρίας, Μαξιμιλιανού Ιωσήφ και της πριγκίπισσας Λουδοβίκας, η Ελισάβετ της Αυστρίας, γνωστότερη ως πριγκίπισσα Σίσι, ερωτεύτηκε και παντρεύτηκε σε ηλικία 16 ετών τον αυτοκράτορα της Αυστρίας, Φραγκίσκο Ιωσήφ. Η πανέμορφη πριγκίπισσα έγινε αυτοκράτειρα της Αυστρίας.
Η ζωή της φάνταζε παραμυθένια, αλλά η πραγματικότητα δεν ήταν έτσι. Τα πρωτόκολλα, η αυστηρή ζωή στο παλάτι, αλλά και η ραδιούργα πεθερά της, καταπίεζαν την έφηβη αυτοκράτειρα.
Από τον γάμο της, απέκτησε τέσσερα παιδιά. Σε ένα ταξίδι της στην Ουγγαρία, έχασε τη μικρή της κόρη Σοφία, από ατύχημα. Τότε, η πεθερά της ισχυρίστηκε ότι η Σίσι είναι ακατάλληλη να μεγαλώσει τα υπόλοιπα παιδιά και της τα πήρε με το ζόρι, για να τα αναθρέψει μόνη της.
Ήταν η αρχή του τέλους της οικογενειακής γαλήνης για τη Σίσι. Αποξενώθηκε από τα παιδιά της και άρχισε να απομακρύνεται από τον σύζυγό της. Τότε, έκανε πολλά ταξίδια, για να ξεφεύγει από τη μίζερη καθημερινότητά της.
Όταν βρέθηκε στην Ελλάδα, γνώρισε τον φοιτητή, Κώστα Χρηστομάνο, ο οποίος τη μύησε στην κλασική αρχαιότητα, αν και ακούγεται ότι είχαν πιο στενές σχέσεις, χωρίς ποτέ να έχει επιβεβαιωθεί. Κατά τη σύντομη παραμονή της στη Αθήνα, επισκέφθηκε και τη βασιλική οικογένεια στο Τατόι.

Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΓΙΟΥ ΤΗΣ, ΛΥΓΙΣΕ ΤΗ ΣΙΣΙ

Παρά τις συχνές αποδράσεις, η Σίσι δεν κατάφερνε να βρει την ευτυχία. Η χαριστική βολή στην αδιάφορη ζωή της, ήρθε το 1889, με τον τραγικό θάνατο του γιου της Ροδόλφου. Εκείνος και η σύντροφός του, βαρόνη Μαρία Βρετσέρα, βρέθηκαν νεκροί κάτω από αδιευκρίνιστες συνθήκες.
Κάποιοι ισχυρίστηκαν ότι επρόκειτο για δολοφονία από αναρχικούς, μιας και ο Ροδόλφος, ήταν ο διάδοχος του θρόνου. Το επικρατέστερο σενάριο είναι, ότι οι δύο νέοι αυτοκτόνησαν, όταν πληροφορήθηκαν ότι ήταν ετεροθαλή αδέλφια. Λέγεται μάλιστα ότι στα χέρια της Σίσι υπήρχε η τελευταία επιστολή του γιου της, στην οποία εξηγούσε του λόγους που έβαλε τέλος στη ζωή του και σκότωσε την αγαπημένη του. Η πληροφορία δεν έχει επιβεβαιωθεί, αλλά η Σίσι θεώρησε υπεύθυνο για τον θάνατο του γιου της, τον σύζυγό της και τον εγκατέλειψε.
Χτυπημένη από τη μοίρα, βρήκε καταφύγιο στο αγαπημένο της ελληνικό νησί, την Κέρκυρα.

ΤΟ ΑΝΑΚΤΟΡΟ ΤΗΣ ΘΛΙΜΜΕΝΗΣ ΠΡΙΓΚΙΠΙΣΣΑΣ

Η Σίσι αγόρασε μια έπαυλη ενός ντόπιου, την γκρέμισε και στη θέση της έχτισε το δικό της ανάκτορο, το Αχίλλειο. Λόγω της αγάπης της στην κλασική αρχαιότητα, αφιέρωσε το παλάτι της στον Αχιλλέα και το διακόσμησε με αγάλματα αρχαίων προσώπων.
Από αυτά, ξεχωρίζει το άγαλμα του ίδιου του Αχιλλέα, που τον δείχνει χτυπημένο από το δηλητηριασμένο βέλος στη φτέρνα του.
Τραγική ειρωνεία είναι, ότι η Σίσι δολοφονήθηκε το 1898 από έναν αναρχικό στην Ελβετία, ο οποίος της κάρφωσε στο στήθος ένα αιχμηρό σίδερο, που έμοιαζε με βέλος.
 



ΑΣΘΕΝΕΙΑ ΒΑΣΙΛΙΑ ΠΑΥΛΟΥ - ΜΕΣΑΙΩΝΙΚΕΣ ΤΕΛΕΤΕΣ ΣΤΗΝ ΑΘΗΝΑ ΤΟΥ 1964


ΤΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΤΗΣ ΑΣΘΕΝΕΙΑΣ

Το πρωί της 21ης Φεβρουαρίου 1964, σε ειδική αίθουσα των Ανακτόρων στο Τατόι που είχε μετατραπεί σε χειρουργείο, ο Βασιλιάς Παύλος θα υποβληθεί σε μια δύσκολη χειρουργική επέμβαση, προκειμένου σύμφωνα με τα ιατρικά ανακοινωθέντα της εποχής, να θεραπευθεί από «στένωση του πυλωρού, συνεπεία γαστρικού έλκους», ασθένεια που τον βασάνιζε τον τελευταίο χρόνο. Την δύσκολη αυτή επέμβαση θα αναλάβουν κορυφαίες μορφές της ελληνικής χειρουργικής της εποχής, όπως ο Αλ. Μάνος, καθηγητής και προσωπικός γιατρός του Βασιλιά, ο Θ. Δοξιάδης, ο Νίκος Τσαμπούλας, συνεπικουρούμενοι από δύο Άγγλους χειρουργούς, που ήρθαν στην Αθήνα για τον σκοπό αυτό (Στ. Καίην και Εντ. Μουίρ).
(Η αλήθεια βέβαια είναι ότι ο Παύλος δεν έπασχε από απλό, καλόηθες έλκος του στομάχου, αλλά από καρκίνο και μάλιστα σε αρκετά προχωρημένο στάδιο. Και παρά το γεγονός ότι το Παλάτι προσπάθησε να κρατήσει μυστική την ασθένεια του Βασιλιά, όλος σχεδόν ο κόσμος γνώριζε τι πραγματικά συνέβαινε. Δυο ημέρες πριν το χειρουργείο, ο Βασιλιάς είχε ορκίσει την κυβέρνηση Ενώσεως Κέντρου και πραγματικά απ’ ότι φαίνεται, το κατάφερε με μεγάλη δυσκολία, αφού ήταν και φαινόταν πολύ άρρωστος).
Όπως συμβαίνει συνήθως σε τέτοιες περιπτώσεις, ακόμα και σήμερα παρά την τεράστια εξέλιξη της χειρουργικής και της αναισθησιολογίας, η εγχείρηση δεν πήγε καλά. Ο παρατεταμένος κλινοστατισμός είχε σαν αποτέλεσμα ο Βασιλιάς να υποστεί θρομβοφλεβίτιδα του δεξιού κάτω άκρου, πνευμονική εμβολή και στη συνέχεια όπως είναι λογικό, νεφρική ανεπάρκεια με ολιγουρία, γεγονός που τον οδήγησε σε ουραιμικό κώμα. Ήδη από τις αρχές του Μαρτίου όλα έδειχναν ότι ο Παύλος μέτραγε ημέρες ή ακόμα και ώρες ζωής, μιας που η κατάστασή του θα μπορούσε να περιγραφεί με τη σύγχρονη ορολογία ως «πολυοργανική ανεπάρκεια», κατάσταση που τις περισσότερες φορές είναι μη αναστρέψιμη.
Η θρομβωτική διάθεση και η πνευμονική εμβολή που ήταν συνέπειά της, αντιμετωπίστηκε με αντιπηκτικά φάρμακα που ήρθαν από τη Γερμανία με ειδική πτήση επί τούτου. Από τις πληροφορίες μου, ο Παύλος θα πρέπει να ήταν ο πρώτος Έλληνας που υποβλήθηκε ποτέ στην ιστορία της ελληνικής θεραπευτικής σε αντιπηκτική αγωγή με κλασική ηπαρίνη, που μόλις εκείνη την εποχή είχε αρχίσει να διαδίδεται για τη μετεγχειρητική προφύλαξη από την θρόμβωση των ακινητοποιημένων ασθενών.

Η ΕΙΚΟΝΑ

Το βράδυ της 2ης Μαρτίου και ενώ η κατάσταση φαινόταν δραματική, εκδίδεται επίσημη ανακοίνωση από το Τατόι, κατά την οποία, «ο Διάδοχος Αντιβασιλεύς, απεδέχθη ευγνωμόνως την προσφοράν του Ιερού Ιδρύματος της Ευαγγελιστρίας της Τήνου, όπως η Ιερά Εικόνα της Παναγίας μεταφερθή εις τα Ανάκτορα του Τατοΐου, προς επίσκεψιν, ίασιν και θεραπείαν του ασθενούντος Βασιλέα».
Αναμφισβήτητα και πρέπει να το τονίσουμε αυτό, το ελληνικό κράτος, επέδειξε στο συγκεκριμένο ζήτημα απίστευτη και ασυνήθιστη αποτελεσματικότητα και άκρως εντυπωσιακό συντονισμό στις απαιτούμενες ενέργειες. Με κυβερνητική διαταγή, το αντιτορπιλικό ΣΦΕΝΔΟΝΗ, εγκαταλείπει τη ναυτική πολεμική άσκηση, κάπου στα νερά του Αιγαίου και σπεύδει με ταχύτητα στην Τήνο, όπου παρέλαβε την εικόνα και κατέπλευσε στο λιμάνι του Πειραιά την 1η πρωινή. Στην αποβάθρα περιμένουν ο διάδοχος, ο ίδιος ο πρωθυπουργός, ο Αρχιεπίσκοπος, ο αρχηγός του Γ.Ε.Ν., ο επικεφαλής του βασιλικού στρατιωτικού οίκου στρατηγός Δόβας και πλήθος άλλων υπουργών και πολιτικών. Και πολύς κόσμος. Ο λαουτζίκος, που περίμενε την Παναγία για να σώσει τον Βασιλιά του.
Ο ηγούμενος της μονής Ευαγγελιστρίας παραδίδει την εικόνα με τελετουργική μεγαλοπρέπεια στον Αρχιεπίσκοπο και αυτός με τη σειρά του στον διάδοχο Κωνσταντίνο. Ο Κωνσταντίνος μεταφέρει την εικόνα στο Τατόι, ακολουθούμενος από τον ίδιο τον Γεώργιο Παπανδρέου και τους βασικούς υπουργούς της κυβέρνησής του, Μητσοτάκη, Τούμπα, Μπακατσέλο και Ακρίτα.
Επρόκειτο για μια καθαρά μεταφυσική και μεσαιωνική τελετή, ανάλογη αυτής που έγινε το 1913, προκειμένου να θεραπευτεί ο τότε Βασιλιάς Κωνσταντίνος ο Α΄ από την πλευρίτιδα που έπασχε. Μόνο που το 1964 δεν ήταν 1913 και φυσικά, είχαν επιστρατευτεί όλα τα σύγχρονα μέσα της εποχής και ολόκληρος ο κρατικός μηχανισμός.
Εννοείται ότι η εικόνα της Παναγίας δεν βοήθησε και ο Παύλος απεβίωσε την 6η Μαρτίου το απόγευμα.

ΚΑΠΟΙΑ ΣΧΟΛΙΑ

Η μεσαιωνική αυτή τελετή, όπως και οι ανάλογες αυτού του είδους, θα μπορούσε να μελετηθεί κάτω από το πρίσμα της δεισιδαιμονίας και της χρήσης της από την επίσημη κρατική εξουσία. Παρόμοια επεισόδια την ίδια περίπου εποχή, καταγράφονται στην ελληνική ιστορία, ιδιαίτερα με αυτήν που ασχολείται με τα πεπραγμένα και τη ζωή της Άρχουσας Τάξεως, (που συναγωνιζόταν τον απλό λαό στην αμάθεια, στην πρόληψη και την θρησκοληψία). Ας θυμηθούμε για παράδειγμα το επεισόδιο Δίελλα από το άρθρο της ελληνικής wiki για τον Γεώργιο τον Β΄:
Τον Απρίλιο του 1946, μία κοπέλα, γύρω στα 30, ονόματι Έλλη Δίελλα, επισκέφθηκε τον Παναγιώτη Σιφναίο και του δήλωσε ότι ήταν απεσταλμένη μιας γερόντισσας ονόματι Δέσποινας, η οποία ήθελε να διαβιβάσει ένα μήνυμα προς τον Γεώργιο Β΄. Όταν επισκέφθηκε ο Π. Σιφναίος το σπίτι της γερόντισσας συνάντησε εκεί εξερχόμενο τον βιομήχανο Μποδοσάκη-Αθανασιάδη. Η γερόντισσα Δέσποινα είπε τα εξής: «Η Παναγία επιθυμεί να διαβιβάσεις εσύ το μήνυμα που θα σου πω στο Βασιλέα. Ο Βασιλεύς θα επανέλθη στην Ελλάδα. Πριν αποβιβασθή όμως στας Αθήνας, πρέπει απαραιτήτως να περάση από την Τήνον και να προσκυνήση την Μεγαλόχαρην. Αν παραλείψη να το κάμη, θα αποθάνη έξ μήνας μετά την επάνοδόν του.
O Π. Σιφναίος το μετέδωσε μέσω Ραούλ Ρωσέττη στο Γεώργιο Β΄ και επισκέφθηκε δεύτερη φορά τη γερόντισσα Δέσποινα, όπου του έδειξε μια εικόνα δώρο του τέως Πρωθυπουργού Εμ. Τσουδερού. Σύμφωνα με μαρτυρία του Τσουδερού στον Σπ. Μαρκεζίνη, όταν ευρίσκετο επί Μεταξά, υπό περιορισμό στην Εκάλη, τον είχε επισκεφθεί η γερόντισσα και του είχε πει ότι θα γίνει «Πρωθυπουργός στο Εξωτερικό». O Τσουδερός της είπε ότι προφανώς εννοούσε ότι θα γίνει Υπουργός των Εξωτερικών. Εκείνη όμως επέμενε. Όταν αργότερα έγινε πράγματι Πρωθυπουργός στο εξωτερικό, ο Τσουδερός, ο οποίος πίστευε στον πνευματισμό, της δώρησε την εικόνα.
Εκτός του Σιφναίου, η γερόντισσα Δέσποινα συνάντησε και τον πρώην Αρχιεπίσκοπο Χρύσανθο για να μεταφέρει το μήνυμα στον Βασιλιά. Ο μεγάλης μόρφωσης Χρύσανθος, διστάζοντας και μη θέλοντας να παρεξηγηθεί, κάλεσε τον Σπ. Μαρκεζίνη και τον παρακάλεσε, διακριτικά, να μεταβεί στο Λονδίνο η Δίελλα, για να μεταφέρει η ίδια το μήνυμα. Η Δίελλα μετέβη στο Λονδίνο με στρατιωτικό αεροπλάνο αλλά σύμφωνα με τον Ρωσσέτη « ο Βασιλεύς δεν απέδωσε σημασία».
Αλλά νομίζω ότι μια τέτοια προσέγγιση είναι απλά επιφανειακή. Ένας μεγάλος σοβιετικός επιστήμονας, ο στρουκτουραλιστής Γιούρυ Λότμαν, (Yuri M. Lotman) σημειολόγος, κριτικός και μελετητής της ιστορίας των πολιτισμών, στις αναλύσεις του πάνω στο θέμα των συμβόλων μιας κοινωνίας, εξηγεί πολύ πειστικά όλα αυτά τα φαινόμενα που για πολλούς από μας παρουσιάζονται ως αδιανόητα και εξωφρενικά:
Σύμφωνα λοιπόν με τον Λότμαν, όταν ένα ανθρώπινο ον γίνεται προσωπικά σημαντικό για το σύστημα κουλτούρας, μεταμορφώνεται σε σημείο. Η ζωή του, αλλά ακόμα περισσότερο και ο θάνατός του είναι -αν όχι απόλυτα προκαθορισμένα- τουλάχιστον σημαδεμένα από αυτήν την συμβολική λειτουργία.
Στην προκειμένη περίπτωση, ο θάνατος του βασιλιά, κάνει την ελληνική κοινωνία να λειτουργήσει ως μια καλολαδωμένη μηχανή που βάζει σε κυκλοφορία τα σύμβολα.
 

Σάββατο 28 Δεκεμβρίου 2013


ΕΡΧΟΝΤΑΙ ΓΙΑ ΝΑ ΜΗ ΜΑΣ ΑΦΗΣΟΥΝ ΣΕ ΗΣΥΧΙΑ...


Ένας από τους πιο αστείους Ελληνικούς λαϊκούς θρύλους είναι ο θρύλος των καλικάντζαρων. Οι καλικάντζαροι είναι κάτι μικρά αστεία πλάσματα που μένουν στα βάθη της Γης και όλο το χρόνο προσπαθούν να κόψουν, με ένα μεγάλο πριόνι, τον κορμό της γης. Κοντεύουν να το κατορθώσουν, όταν φτάνουν τα Χριστούγεννα, αλλά τότε ανεβαίνουν στη γη, για να μην πέσει πάνω στα κεφάλια τους και παραμένουν όλο το Δωδεκαήμερο (από τις 25 Δεκεμβρίου μέχρι τις 6 Ιανουαρίου). Οι καλικάντζαροι είναι χιλιάδες και ξετρυπώνουν στην επιφάνειά της από κάθε τρύπα. Όσο βρίσκονται πάνω στη γη, κάνουν ένα σωρό ανοησίες για να μας πειράζουν. Μάλιστα, ότι απρόβλεπτο συμβεί κατά τη διάρκεια του Δωδεκαημέρου, πολύ λένε ότι φταίνε τα καλικαντζαράκια.
Οι καλικάντζαροι είναι μαυριδεροί, τριχωτοί, με ουρά και μακριά χέρια. Μικροί και ευκίνητοι, καθώς είναι, μπαίνουν στα σπίτια απ’ όπου βρουν. Τους αρέσει να πλατσουρίζουν μέσα στα δοχεία που έχουν οι νοικοκυρές το λάδι, στα τηγάνια, στα τσουκάλια, στα πιάτα. Λερώνουν τα φαγητά με τα ακάθαρτα νύχια τους και αφήνουν τις ακαθαρσίες τους όπου βρουν. Τίποτε βέβαια δεν κλέβουν, αλλά αναστατώνουν τόσο πολύ το σπίτι που το κάνουν αγνώριστο. Πολλοί για να μην αφήσουν τους καλικάντζαρους να μπουν στο σπίτι τους (συνήθως μπαίνουν από την καμινάδα), ανάβουν το τζάκι όλο το Δωδεκαήμερο. Οι καλικάντζαροι φοβούνται τη φωτιά, το φως και τον αγιασμό. Γι’ αυτό λοιπόν, όταν φτάσει ο Μεγάλος Αγιασμός και τα Θεοφάνια τα καλικαντζαράκια φεύγουν. Όταν όμως γυρίσουν πίσω στα βάθη της γης, βρίσκουν τον κορμό της ολόγερο από θαύμα του Χριστού κι έτσι αρχίζουν από την αρχή για να κόψουν το κορμό και να καταστρέψουν τον κόσμο.
Η ονομασία Καλικάντζαροι προέρχεται από το επίθετο «καλός» και από το «κάνθαρος» (=σκαθάρι). Η αρχή των μύθων που είναι σχετικοί με τους καλικάντζαρους βρίσκεται στην αρχαιότητα. Οι Αρχαίοι πίστευαν πως οι ψυχές σαν έβρισκαν την πόρτα του Άδη ανοιχτή, ανέβαιναν στον απάνω κόσμο και τριγύριζαν παντού χωρίς έλεγχο και περιορισμούς.
Πολύ αργότερα οι Βυζαντινοί, γιόρταζαν το Δωδεκαήμερο με μουσικές, τραγούδια και μασκαρέματα. Οι άνθρωποι, έχοντας κρυμμένα τα πρόσωπά τους, έκαναν με πολύ θάρρος και χωρίς ντροπή ό,τι ήθελαν. Πείραζαν τους ανθρώπους στους δρόμους, έμπαιναν απρόσκλητοι σε ξένα σπίτια κι αναστάτωναν τους νοικοκύρηδες: ζητούσαν λουκάνικα και γλυκά για να γλιτώσουν απ' αυτούς έκλειναν πόρτες και παράθυρα. Οι μασκαρεμένοι όμως έβρισκαν πάντα κάποιους τρόπους να εισβάλλουν στα ξένα σπίτια, ακόμα κι από τις καμινάδες. Κι όλα αυτά για δώδεκα μέρες, ως την παραμονή των Φώτων, οπότε με το Μεγάλο Αγιασμό όλα σταματούσαν κι οι άνθρωποι ησύχαζαν.







ΤΑ ΦΡΙΚΙΑΣΤΙΚΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ ΠΟΥ ΕΠΕΒΑΛΕ Ο ΧΙΤΛΕΡ ΣΤΟΥΣ ΓΕΡΜΑΝΟΥΣ


Τα 12 χρόνια που πέρασε στην εξουσία ο Χίτλερ δεν άφησε καμία δραστηριότητα των Γερμανών που να μην επιχειρήσει να τη θέσει στον έλεγχο μιας ολοκληρωτικής διακυβέρνησης. Ειδικά θέλησε να βάλει χέρι στην έννοια των Χριστουγέννων, δηλαδή μια μεγάλη ετήσια γιορτή για την γέννηση ενός Εβραίου.
Οι Ναζί φρόντισαν να «ξαναφτιάξουν» τα Χριστούγεννα σύμφωνα με την δική τους άποψη.  Σύμφωνα με εμπεριστατωμένο άρθρο του Fast Company, της 23ης Νοεμβρίου 2013, οι Ναζί «εκκαθάρισαν» τα τραγούδια των Χριστουγέννων από τις χριστιανικές αναφορές τους, με τη βοήθεια της προτεσταντικής εκκλησίας. «Η χριστιανική ιδέα της ειρήνης που εκπέμπουν τα Χριστούγεννα ήταν αυτό ακριβώς που περιφρονούσε ο Χίτλερ», αναλύει το άρθρο. Έκανε λοιπόν τα πάντα ώστε η γιορτή να γίνει λιγότερο χριστιανική, τα χριστουγεννιάτικα τραγούδια λιγότερο φιλειρηνικά, ενώ επιχείρησε να αλλάξει και την εικόνα του Αη-Βασίλη ο οποίος του φαινόταν «υπερβολικά χριστιανός και καθόλου αριανός». «Ωστόσο ο Άγιος Βασίλης ήταν τόσο αγαπητός ώστε ακόμη και οι Ναζί δεν τόλμησαν να κάνουν ολοκληρωτικό πόλεμο εναντίον του. Του άλλαξαν βέβαια όνομα. Οι Ναζί υποστήριζαν ότι αυτή η μορφή με τα γένια, ντυμένη στα λευκά που περνούσε από τα σπίτια και μοίραζε δώρα ήταν στην πραγματικότητα η παγανιστική φιγούρα ο din. Οι χριστιανοί αυτή τη φιγούρα είχαν μιμηθεί, αλλά είχε έρθει η ώρα να αποδοθεί όπως ήταν πραγματικά», γράφει το άρθρο.
Όπως αναφέρει το άρθρο οι Γερμανοί γιόρταζαν το χειμερινό ηλιοστάσιο πριν ο χριστιανισμός φτάσει στη χώρα τους και αυτό διευκόλυνε τους Ναζί να κάνουν τα Χριστούγεννα μια παγανιστική γιορτή την οποία αποκάλεσαν Rauhnacht -που σημαίνει «Μια άγρια νύχτα», μια ονομασία με σαφείς υπαινιγμούς βίας. Ολοκλήρωσαν την όλη εικόνα αναθεώρησης των Χριστουγέννων αλλάζοντας τη φράση «Ο Σωτήρας Ιησούς» με το «Ο Σωτήρας Furher». Αυτό που εξόργιζε πραγματικά ωστόσο τον Χίτλερ ήταν το ειρηνιστικό μήνυμα των Χριστουγέννων. Το δικό του μήνυμα, όπως το εξέφρασε σε ένα άρθρο που έγραψε το 1937 ήταν αυτό «μιας εθνικής ειρήνης, συγκεκριμένης» η οποία στα δικά του χείλη σήμαινε «μια ειρήνη εθνική χωρίς Εβραίους, τσιγγάνους, κομμουνιστές και ομοφυλόφιλους», όπως εξηγεί το Fast Company.
Οι Ναζί έβαλαν χέρι ακόμη και στη διακόσμηση του χριστουγεννιάτικου δέντρου:
«Γενικά η διακόσμηση ήταν μάλλον στρατιωτική και πολεμική. Δεν ήταν ασυνήθιστο να κρεμάνε χειροβομβίδες και ψεύτικα πολυβόλα στα έλατα τις γιορτές. Πάνω στις γιορτινές μπάλες έγραφαν «Sieg heil», οι κόκκινες μπάλες ήταν χτυπημένες με σβάστικες ακόμη και κεφάλια του ίδιου του Χίτλερ κρεμούσαν».
 


Η ΚΑΤΑΡΑ ΤΟΥ ΔΑΚΡΥΣΜΕΝΟΥ ΑΓΟΡΙΟΥ


Κανονικά, μια φωτιά από τηγάνι δεν θα δικαιούνταν περισσότερο από δύο παραγράφους σε μια τοπική εφημερίδα. Αυτό που μεταμόρφωσε την ιστορία σε πρώτη σελίδα στην επιφανέστερη βρετανική εφημερίδα, ήταν η παρεμβολή του αδερφού του Ron Hall, Peter, πυροσβέστη στο Rotherham. Ένας συνάδελφος του Peter, ο αξιωματικός του πυροσβεστικού σταθμού Alan Wilkinson, ανέφερε ότι γνώριζε πολυάριθμες άλλες περιπτώσεις όπου απεικονίσεις του Δακρυσμένου Αγοριού είχαν εμφανιστεί άθικτες στα ερείπια σπιτιών κατεστραμμένων από πυρκαγιά.
Μια φωτογραφία του Δακρυσμένου Αγοριού συνόδευε το άρθρο με τη λεζάντα να γράφει: «Δάκρυα για φόβο... το πορτρέτο που οι πυροσβέστες θεωρούν καταραμένο». Οι σχετικοί πυροσβέστες δεν είχαν στην πραγματικότητα χρησιμοποιήσει τη λέξη «καταραμένος», παρόλ’ αυτά η αναφορά της εφημερίδας είχε συμβάλλει στο να αποκτήσει η ιστορία εξασφαλισμένη αξιοπιστία. Η εφημερίδα πρόσθετε ότι είχαν πουληθεί περίπου 50.000 πίνακες με την εικόνα του δακρυσμένου αγοριού και με την υπογραφή G Bragolin σε υποκαταστήματα βρετανικών πολυκαταστημάτων, συγκεκριμένα στις εργατικές περιοχές της βόρειας Αγγλίας. Θα μπορούσε να δει κανείς παραδείγματα κρεμασμένων πινάκων στα μπροστινά δωμάτια οικογενειακών σπιτιών σε όλο το έθνος και μια ιστορία πρότεινε ότι είχαν πουληθεί γύρω στα 250.000 πίνακες.

Ο ΤΡΟΜΟΣ ΤΩΝ ΕΦΗΜΕΡΙΔΩΝ

Τα μέσα μαζικής ενημέρωσης παίζουν έναν πολύ σημαντικό ρόλο στη δημιουργία και τη διάδοση της σύγχρονης λαογραφίας. Ιστορίες σαν αυτή του Δακρυσμένου Αγοριού συμπεριφέρονται όπως ένας ιός όταν ριζώσουν στην λαϊκή φαντασία. Επιπλέον οι ειδήσεις των εφημερίδων εκτιμώνται και η προτεραιότητα που δίνεται για να παραχθεί μια «καλή ιστορία» συχνά παραμερίζει την ακρίβεια και τον σκεπτικισμό, ειδικότερα όσον αφορά αλλόκοτα και υπερφυσικά περιστατικά.
Οι Peter Chippindale και Chris Horrie στην ανεξαρτήτως ελαττωμάτων ιστορία της SUN με τίτλο Stick it up your Punter! (1990) αναγνωρίζουν τον θρυλικό εκδότη Kelvin MacKenzie ως πατέρα της ιστορίας του Δακρυσμένου Αγοριού. Η SUN μπλέχτηκε σε μια μάχη για αναγνώστες με την αντίπαλο εφημερίδα του Λονδίνου την DAILY MIRROR. Ήταν επίσης υπεύθυνη για την έκδοση μιας σειράς τρομακτικών και παράξενων ιστοριών χαλαρής προέλευσης, μερικές από τις οποίες όπως η «Ο Freddie Starr έφαγε το χάμστερ μου» (Freddie Starr Ate My Hamster) κέρδισαν ένα μόνιμο χώρο στη λαϊκή κουλτούρα. Το Δακρυσμένο Αγόρι προέκυψε μια χρονική περίοδο που ο MacKenzie αναζητούσε αυτό που οι δημοσιογράφοι αποκαλούν «μεγάλο μπαμ» για τον οποίο σήμαινε μια αποκλειστική ιστορία την οποία κανένας από τους ανταγωνιστές του δεν θα φανταζόταν ότι θα μπορούσε να εκδώσει πρώτος. Η μεγαλοφυής ιδέα του MacKenzie ήταν να εντοπίσει το «μπαμ» θαμμένο στην αναπαραγωγή ρουτίνας από ένα τοπικό πρακτορείο ειδήσεων. Ανακοίνωσε εμπιστευτικά στο προσωπικό του το εξής: «Αυτό εδώ έχει πόδια», εννοώντας ότι η ιστορία αυτή θα κρατούσε το ενδιαφέρον για πολύ καιρό.
Στις 5 Σεπτέμβρη του 1985, η SUN παρουσίασε τη συνέχεια της ιστορίας αναφέροντας ότι πολυάριθμοι τρομαγμένοι αναγνώστες, θύματα της κατάρας του Δακρυσμένου Αγοριού, είχαν πλημμυρίσει τα τηλέφωνα της εφημερίδας... Όλοι φοβούνταν ότι η κατοχή ενός πίνακα του αγοριού που κλαίει θα τους φέρει γρουσουζιά. Οι αναγνώστες έμειναν με μια συντριπτική εντύπωση ενός υπερφυσικού δεσμού που ενισχυόταν από τη χρήση λέξεων όπως «κατάρα», «γρουσουζιά», «φοβισμένοι», «τρομοκρατημένοι».
Τυπική των πρόσθετων ιστοριών ήταν αυτή που ειπώθηκε από την Dora Mann, από το Mitcham του Surrey η οποία ισχυρίστηκε ότι το σπίτι της καταστράφηκε μόλις έξι μήνες αφότου αγόρασε ένα αντίτυπο του πίνακα. «Όλοι οι πίνακές μου καταστράφηκαν, εκτός από αυτόν με το Δακρυσμένο Αγόρι», ισχυρίστηκε. Η Sandra Kaske από το Kilburn στο βόρειο Yorkshire ανέφερε ότι αυτή, η κουνιάδα της και ένας φίλος είχαν βιώσει καταστρεπτικές πυρκαγιές, αφού απέκτησαν αντίγραφα. Μια άλλη οικογένεια από το Nottingham κατηγόρησε το αντίτυπο για μια φωτιά που τους άφησε άστεγους. Ο Brian Parks του οποίου η σύζυγος και τα τρία παιδιά χρειάστηκαν θεραπεία λόγω εισπνοής καπνού, ανέφερε ότι είχε καταστρέψει το αντίγραφο επιστρέφοντας από το νοσοκομείο όπου το βρήκε κρεμασμένο -άθικτο φυσικά- στους μαυρισμένους τοίχους του σαλονιού του.
Όσο οι ιστορίες συσσωρεύονταν, προέκυψαν νέες λεπτομέρειες που ενθάρρυναν την ιδέα ότι μια κατοχή αντιγράφου του πίνακα έβαζε τους ιδιοκτήτες σε κίνδυνο πυρκαγιάς ή σοβαρού τραυματισμού. Μια γυναίκα από το Λονδίνο ισχυρίστηκε ότι είδε τον πίνακα να ταλαντεύεται από πλευρά σε πλευρά στον τοίχο, ενώ μια άλλη από το Paignton ανέφερε ότι αφού αγόρασε τον πίνακα ο 11χρονος γιος της έπιασε τα προσωπικά του μέρη σε γάντζο. Η κυρία Rose Farrington από το Preston έγραψε σ’ ένα γράμμα που δημοσιεύτηκε στη SUN το εξής: «Από τότε που αγόρασα τον πίνακα το 1959, οι τρεις γιοί μου και ο σύζυγός μου έχουν πεθάνει. Συχνά αναρωτήθηκα αν ήταν καταραμένος».
Κάποια άλλη αναγνώστρια ανέφερε ότι επιχείρησε να καταστρέψει δύο από τα αντίτυπα με φωτιά για να ανακαλύψει έντρομη ότι δεν καίγονταν. Η προσπάθειά της δοκιμάστηκε από έναν φύλακα ασφαλείας τον Paul Collier ο οποίος έριξε ένα από τα δύο αντίτυπα στην πυρά. Παρότι έμεινε στις φλόγες για μία ώρα, ούτε καν καψαλίστηκε. «Ήταν τρομακτικό, η φωτιά ούτε καν το άγγιξε» δήλωσε στη SUN. «Πραγματικά πιστεύω ότι φέρνει γρουσουζιά». Αισθανόμαστε διπλό κίνδυνο με δύο απ' αυτά στο σπίτι και αποφασίσαμε να τα ξεφορτωθούμε».

ΠΥΡΟΣΒΕΣΤΕΣ ΚΑΙ ΛΑΪΚΗ ΠΑΡΑΔΟΣΗ

Η ιστορία του Collier υπενθυμίζει τα σχόλια πυροσβεστών που στα επακόλουθα πυρκαγιών σε σπίτια του Rotherham, ανέφεραν αντίτυπα που ανεξήγητα είχαν διαφύγει της καταστροφής. Το πραγματικό μυστήριο από την προσωπική τους οπτική ήταν πώς οι εικόνες είχαν γλιτώσει από φωτιές που ήταν τέλεια εξηγήσιμες. Στις περισσότερες περιπτώσεις, απλές εξηγήσεις όπως απρόσεκτα πεταμένα τσιγάρα, υπερθερμασμένα τηγάνια, ελαττωματικές ηλεκτρικές θερμάστρες είχαν βρεθεί στην ακόλουθη έρευνα της πυροσβεστικής υπηρεσίας.
Ο επικεφαλής του πυροσβεστικού σταθμού του Rotherham Alan Wilkinson ο οποίος, όπως προέκυψε, είχε καταχωρήσει στο ημερολόγιό του 50 πυρκαγιές σχετικές με το Δακρυσμένο Αγόρι, απέρριψε κάθε σχέση με το υπερφυσικό, όντας πεπεισμένος ότι οι περισσότερες από αυτές οφείλονταν στην ανθρώπινη απροσεξία. Αλλά παρά τον πραγματισμό του, δεν μπορούσε να εξηγήσει πώς οι πίνακες είχαν γλιτώσει από πύρινες κολάσεις οι οποίες παρήγαγαν θερμότητα αρκετή για να ξηλώσει τον σοβά από τους τοίχους. Η σύζυγός του είχε τη δική της θεωρία: «Πάντα πίστευα ότι είναι τα δάκρυα που κατασβήνουν τη φωτιά».
Η SUN δεν ενδιαφερόταν για την εύρεση μιας λογικής εξήγησης. Αγνόησε τα σχόλια του Wilkinson και ισχυρίστηκε ότι «οι επικεφαλής της πυροσβεστικής δεν έχουν βρει λογική εξήγηση για έναν αριθμό πρόσφατων περιστατικών».
Πολύ σύντομα μετά, προέκυψε ότι τα «καταραμένα» αντίτυπα δεν ήταν όλα αντίγραφα του ίδιου πίνακα, ούτε είχαν φτιαχτεί όλα τα αντίτυπα από τον ίδιο καλλιτέχνη. Το πορτρέτο που διασώθηκε από την πυρκαγιά του Rotherham και που αρχικά προκάλεσε τον φόβο ήταν υπογεγραμμένο από τον ζωγράφο G Bragolin. Η SUN ισχυρίστηκε ότι το γνήσιο ήταν υπογεγραμμένο από «έναν Ιταλό ζωγράφο». Στην πραγματικότητα, Giovanni Bragolin ήταν ένα ψευδώνυμο υιοθετημένο από τον Ισπανό ζωγράφο Bruno Amadio, ο οποίος είναι επίσης γνωστός ως Franchot Seville. Οι προσπάθειες για την ανίχνευσή του απέτυχαν καθώς οι ιστορικοί των τεχνών ανέφεραν ότι δεν φαινόταν να είχε μία συνεκτική βιογραφία. Τα πράγματα μπερδεύτηκαν κι άλλο, όταν περισσότερα Δακρυσμένα Αγόρια που είχαν αναδειχθεί στις φωτιές, μέρος μια σειράς μελετών με την ονομασία ΠΑΙΔΙΚΗ ΗΛΙΚΙΑ, ζωγραφίστηκαν από τον Σκωτσέζα καλλιτέχνη Anna Zinkeisen, που πέθανε το 1976. Ο μοναδικός κοινός παρονομαστής ήταν ότι όλοι οι πίνακες ήταν παραδείγματα φτηνής, μαζικής παραγωγής που πουλήθηκαν σε μεγάλους αριθμούς από αγγλικά πολυκαταστήματα μεταξύ του 1960 και του 1970. Η γεωγραφική συσσώρευσή τους απλά αντανακλούσε τη δημοτικότητά τους ανάμεσα στις κοινότητες της εργατικής τάξης του Βορρά.
Παρά την απόρριψή του από τους κριτικούς τέχνης ως κακόγουστο, το Δακρυσμένο Αγόρι παρέμεινε ένας εξαιρετικά δημοφιλής πίνακας, ειδικότερα για τις γυναίκες κατόχους. Υπήρξαν παραδείγματα σε τουλάχιστον πέντε διαφορετικές παραλλαγές. Τουλάχιστον δύο από αυτές περιλάμβαναν συνοδευτικές μελέτες Δακρυσμένων Κοριτσιών -μερικοί άνθρωποι κατείχαν αντίγραφα και των δύο- και άλλες στην ίδια σειρά περιλάμβαναν εικόνες κοριτσιών και αγοριών που κρατούσαν λουλούδια. Αψηφώντας τον τρόμο των επικεφαλίδων, μερικοί κάτοχοι ανέπτυξαν έναν τέτοιο συναισθηματικό δεσμό με τους πίνακες που αρνήθηκαν να τους ξεφορτωθούν. «Ποτέ δεν νοιάστηκα ο ίδιος για τον πίνακα λόγω της δυστυχίας του» φέρεται να είπε ο σύντροφος μίας περήφανης ιδιοκτήτριας. Έπειτα συνέχισε θέτοντας δύο ερωτήσεις που πολλοί ανήσυχοι αναγνώστες της SUN θα ήθελαν να απαντηθούν: «Γιατί θα θέλατε μια εικόνα ενός παιδιού που κλαίει; Γιατί έκλαιγε το παιδί»;
Όπως ήταν φυσικό, οι δημοσιογράφοι απευθύνθηκαν σε ειδικούς στα πεδία της λαογραφίας και του αποκρυφισμού για να βρουν μια εξήγηση. Όταν ένας δημοσιογράφος πλησίασε ένα μέλος της Λαογραφικής Κοινότητας (Folklore Society), την Georgina Boyes, η συνέντευξη «βάλτωσε» όταν αυτή αρνήθηκε να προσφέρει μια κατάλληλα σατανική εξήγηση. Συνεπώς ο ενδιαφερόμενος δημοσιογράφος έφυγε προς αναζήτηση μιας «μάγισσας» ή κάποιου «μυημένου στον αποκρυφισμό» που θα μπορούσε να προσφέρει μια καλύτερη επικεφαλίδα. Τότε ο Roy Vickery, γραμματέας της Folklore Society, ανάφερε ότι ο αρχικός καλλιτέχνης μπορεί να κακομεταχειρίστηκε το μοντέλο του παιδιού με κάποιο τρόπο προσθέτοντας ότι: «Όλες αυτές οι πυρκαγιές θα μπορούσαν να είναι η κατάρα του παιδιού, ο τρόπος του για να πάρει εκδίκηση».
Ένας πίνακας του Δακρυσμένου Αγοριού του Zenkeisen έγινε το επίκεντρο άλλης μιας «μυστηριώδους πυρκαγιάς» που αναφέρθηκε από την SUN. Αυτή κατάστρεψε μια λαϊκή κατοικία στο Rotherham το οποίο είχε αναδειχθεί όχι μόνο ως η τοποθεσία πολλών από τις αναφερόμενες πυρκαγιές, αλλά επίσης ως η πηγή για το όλο φαινόμενο. Η ίδια ιστορία μνημόνευε τον εκπρόσωπο τύπου του πυροσβεστικού σώματος να διαβεβαιώνει τους κατόχους του πίνακα ότι παρόλο που δεν υπήρχε «λόγος ανησυχίας...αυτά τα περιστατικά γίνονται όλο και πιο συχνά».
Η διαδεδομένη ανησυχία που δημιουργήθηκε από αυτή την ιστορία οδήγησε την Πυροσβεστική Υπηρεσία του Νότιου Yorkshire να εκδώσει μια έγγραφη δήλωση που στόχευε να αναιρέσει τη σύνδεση των πυρκαγιών με τους πίνακες. Συμπέρανε ότι η πιο πρόσφατη πυρκαγιά ξεκίνησε από μια ηλεκτρική θερμάστρα τοποθετημένη πολύ κοντά σ' ένα κρεβάτι. Ο επικεφαλής του αρχηγείου Mick Riley ανέφερε ότι είχε πουληθεί ένας μεγάλος αριθμός πινάκων και «οποιαδήποτε σύνδεση με τις πυρκαγιές είναι καθαρά συμπτωματική... οι πυρκαγιές δεν ξεκινούν από εικόνες ή συμπτώσεις, αλλά από απρόσεχτες ενέργειες και παραλείψεις». Ύστερα ο Riley αποκάλυψε την εξήγηση της υπηρεσίας: «Ο λόγος για τον οποίο αυτή η εικόνα δεν καταστρεφόταν πάντα στην φωτιά είναι ότι έχει εντυπωθεί σε μοριοσανίδα, η οποία είναι πολύ δύσκολο να αναφλεγεί».

Η ΥΠΑΙΘΡΙΑ ΦΩΤΙΑ ΜΕ ΤΟΥΣ ΠΙΝΑΚΕΣ ΤΩΝ ΔΑΚΡΥΣΜΕΝΩΝ ΑΓΟΡΙΩΝ

Η δήλωση της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας απέτυχε να επηρεάσει σημαντικά το σβήσιμο των φλογών που η SUN τροφοδοτούσε με ευχαρίστηση. Λίγο αργότερα έφτασαν νέα για ένα Δακρυσμένο Αγόρι που είχε μείνει ανέπαφο από μια φωτιά που κατάστρεψε το εσωτερικό ενός ιταλικού εστιατορίου στο Great Yarmouth. «Ως εδώ και μη παρέκει παιδιά» είπε ο MacKenzie στους αναγνώστες του: «Αν ανησυχείτε για μια εικόνα Δακρυσμένου Αγοριού που κρέμεται στο σπίτι σας, στείλτε την αμέσως σ’ εμάς. Θα την καταστρέψουμε για εσάς».
Σύμφωνα με τις περιγραφές των Chippindale και Horrie, «ανήσυχοι αναγνώστες τηλεφωνούσαν για να ρωτήσουν αν έπρεπε να ξεφορτωθούν το αντίγραφό τους ώστε να αποφύγουν το κάψιμο των σπιτιών τους. «Σίγουρα» απάντησε ο MacKenzie. «Στείλτε τα σ’ εμάς θα κάνουμε τη δουλειά για εσάς». Η οδός Bouverie είχε κατακλυστεί τα Δακρυσμένα Αγόρια σύντομα στοιβάχτηκαν στα 12 πόδια (3,7 μέτρα) ύψος μέσα στην αίθουσα σύνταξης, έβγαιναν από ντουλάπια και γέμιζαν ολοκληρωτικά ένα ελάχιστα χρησιμοποιημένο δωμάτιο συνεντεύξεων.
Μέχρι τότε, το προσωπικό του MacKenzie δεν μπορούσε να αντιληφθεί πόσο αξιόπιστη θεωρούσε την ιστορία το αφεντικό τους. Όταν ο βοηθός έκδοσης κατέβασε μια εικόνα του Τσώρτσιλ που κρεμόταν στον τοίχο από την εποχή του πολέμου των Φώκλαντ και την αντικατέστησε μ’ ένα Δακρυσμένο Αγόρι, το μυστήριο λύθηκε: «Ο MacKenzie, έσπευσε φουριόζος στην αίθουσα σύνταξης με το συνηθισμένο γρήγορο βάδισμά του, όπου κοκάλωσε και άσπρισε από το φόβο του. «Κατέβασέ το κάτω», φώναξε, «Δεν μου αρέσει. Φέρνει κακοτυχία».
Ο πυροσβέστης Alan Wilkinson αντέδρασε με παρόμοιο τρόπο όταν οι συνάδελφοί του του παρουσίασαν ένα Δακρυσμένο Αγόρι σε κορνίζα κατά τη συνταξιοδότησή του από την υπηρεσία. Όπως ο Kelvin MacKenzie, αρνήθηκε ότι ήταν προληπτικός, ωστόσο επέστρεψε αμέσως τον πίνακα λέγοντας: «Όχι ευχαριστώ, μπορείτε να τον κρατήσετε». Παρομοίως ο επικεφαλής Mick Riley, που ήταν υπεύθυνος για την δήλωση αναίρεσης της «κατάρας» δεν θα δεχόταν ένα αντίγραφο του πίνακα για δώρο λέγοντας στη σύζυγό του ότι «δεν του άρεσε», ότι «δεν ταίριαζε στο σπίτι». Σε συνέντευξη στην τοπική εφημερίδα του, ο Wilkinson παραδέχτηκε ότι είχε προμηθευτεί άλλο ένα Δακρυσμένο Αγόρι από μια ανήσυχη γυναίκα που εμφανίστηκε ένα βράδυ στο σπίτι του. Πήρε τον πίνακα στη δουλειά του για πλάκα και τον κρέμασε στον τοίχο του γραφείου του πυροσβεστικού σταθμού. Μέσα σε λίγες μέρες του δόθηκε εντολή από τους ανωτέρους του να τον κατεβάσει. Συσσωρεύοντας ειρωνεία πάνω στην κωμωδία η ιστορία συνεχίστηκε: «Την ίδια μέρα ένας φούρνος στην κουζίνα του πάνω ορόφου υπερθερμάνθηκε και τα βραδινά φαγητά των πυροσβεστών κάηκαν».
Ο Kelvin MacKenzie αντιμετώπισε ένα παρόμοιο δίλημμα. Στο τέλος της έξι εβδομάδων εκστρατείας του για το Δακρυσμένο Αγόρι, ο εκδότης της SUN έπρεπε να σκαρφιστεί έναν κατάλληλο τρόπο για να ξεφορτωθεί τα 2500 αντίγραφα του πίνακα που είχαν στείλει οι αναγνώστες. Το αρχικό του πλάνο να τα κάψει στην ταράτσα των γραφείων της εφημερίδας στην οδό Bouverie απαγορεύτηκε τόσο από την πυροσβεστική υπηρεσία του Λονδίνου όσο και από αυτήν της Κοιλάδας του Τάμεση. Και οι δύο αρνήθηκαν να συνεργαστούν και αποκήρυξαν ολόκληρη την εκστρατεία «ως ένα φτηνό διαφημιστικό τέχνασμα». Οι λόγοι της απροθυμίας τους γίνονταν σαφείς. Προέκυψε ότι η πυροσβεστική υπηρεσία είχε εθνικά καταστεί το επίκεντρο εκατοντάδων τηλεφωνημάτων και επισκέψεων ανήσυχων ιδιοκτητών που πίστευαν ότι οι πίνακες ήταν καταραμένοι ή ότι ήταν κατασκευασμένοι από ένα επικίνδυνο εύφλεκτο υλικό.
Τελικά ο ρεπόρτερ Paul Hooper, μαζί με φωτογράφους και κορίτσια της Τρίτης Σελίδας, έφυγε από τα κεντρικά γραφεία της εφημερίδας επί της οδού Bouverie με δύο βαν φορτωμένα με πίνακες έτοιμους να καούν σε μια αυτοσχέδια πυρά κοντά στο Reading. Η SUN διατυμπάνισε την ιστορία κατάλληλα για τη γιορτή του Halloween- με τον τίτλο: «Η SUN ξεσκεπάζει για τα καλά την κατάρα του αγοριού που κλαίει». Μια φωτογραφία απεικόνιζε την Sandra Jane Moore, μια αποκαλυπτικά ντυμένη όμορφη κοπέλα της «ερυθρής καυτής Τρίτης Σελίδας», να τροφοδοτεί την υπαίθρια φωτιά, ενώ σαστισμένοι πυροσβέστες παρακολουθούσαν.
Έγινε ευρέως πιστευτό ότι η φωτιά του Halloween είχε ξορκίσει την «κατάρα του Δακρυσμένου Αγοριού» και ο αριθμός των ιστοριών στις εφημερίδες άρχισε να ελαττώνεται. Αλλά τον Μάρτιο του επόμενου έτους, ένας αρθρογράφος στην Western Morning News συμπέρανε ότι η εργατική αναταραχή που αντιμετώπισε η News International (ιδιοκτήτες της SUN), περιλαμβάνοντας απεργίες και βίαιες τοποθετήσεις ανταπεργοσπαστών στις εγκαταστάσεις παραγωγής της Fort Wapping, ξεκίνησε αμέσως μετά την υπαίθρια φωτιά της εφημερίδας. Κοροϊδεύοντας τους ανταγωνιστές της της Fleet Street, η εφημερίδα υπαινίχτηκε ότι η γρουσουζιά που φόβιζε τον Kelvin MacKenzie είχε εν τέλει πλήξει τον δημιουργό της.

ΑΠΟ ΚΟΥΤΣΟΜΠΟΛΙΟ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑΣ ΣΤΟΝ ΑΣΤΙΚΟ ΜΥΘΟ

Καθώς το ενδιαφέρον των εφημερίδων μειώθηκε, οι ιστορίες για το Δακρυσμένο Αγόρι άρχισαν να παίρνουν τη μορφή σύγχρονου θρύλου. Νέες εκδοχές εμφανίστηκαν, περιλαμβάνοντας μία στην οποία εκείνοι που ήταν ευγενικοί προς τους πίνακες ανταμείβονταν με καλή τύχη. Άλλη μια ιδέα ήταν αυτή κατά την οποία τοποθετώντας έναν πίνακα που απεικόνιζε το Δακρυσμένο Κορίτσι δίπλα στο Δακρυσμένο Αγόρι θα έφερνε καλή τύχη. Αυτό που έλειπε από την ιστορία ήταν μια ικανοποιητική αφήγηση που θα εξηγούσε πώς προέκυψε ο πίνακας ως πηγή ανάφλεξης. Σύντομα αυτή η ιστορία θα προσφερόταν και η έλευση του Διαδικτύου θα χορηγούσε στο θρύλο μια νέα πνοή ζωής ανεξάρτητη από τα έντυπα μέσα που τον ξεκίνησαν αρχικά.
Μία διαδικτυακή πηγή ισχυρίζεται ότι στη δεκαετία 1990 άρχισαν να αναφέρονται για πρώτη φορά και από άλλα μέρη του κόσμου πυρκαγιές που σχετίζονταν με πίνακες του Δακρυσμένου Αγοριού. Επίσης αντανακλά το πώς το αρχικό μοτίβο του «καταραμένου πίνακα» διαπλαθόταν από επαγγελματίες αφηγητές και ερευνητές του μεταφυσικού για ένα νέο κοινό: «Ένα διάμεσο ισχυρίζεται ότι το πνεύμα του αγοριού είναι παγιδευμένο στον πίνακα και προκαλεί πυρκαγιές προσπαθώντας να κάψει τον πίνακα και να απελευθερωθεί. Άλλοι ισχυρίζονται ότι ο πίνακας είναι στοιχειωμένος ή προσελκύει δραστηριότητα poltergeist. Ιστορίες για την κακοτυχία του καλλιτέχνη και του αγοριού είχαν προσκολληθεί στον πίνακα».
Η ιδέα ότι το Δακρυσμένο Αγόρι είχε υποστεί κακομεταχείριση από τον καλλιτέχνη κέρδιζε δημοσιότητα. Ελάχιστοι ενδιαφέρονταν για το γεγονός ότι υπήρχαν διαφορετικοί πίνακες και καλλιτέχνες ή για το ότι αυτή η ιδέα ξεκίνησε να υπάρχει ως ένα τυχαίο νέο που εμφανίστηκε στη SUN και μεγαλοποιήθηκε μία δεκαετία νωρίτερα. Το 2000 ο Tom Slemen αναζωογόνησε την ιστορία σε μορφή βιβλίου ως μέρος μιας σειράς που αναφέρονταν στο Στοιχειωμένο Liverpool. Όπως πολλά άλλα σ’ αυτή τη θεματολογία, οι ιστορίες που περιέχονται παρουσιάζονται με ένα διασκεδαστικό, αφηγηματικό στιλ, απευθυνόμενες σε μαζικό αναγνωστικό κοινό. Στην καταχώρησή του για τη « Γρουσουζιά του Δακρυσμένου Αγοριού» ο Slemen παραθέτει ως γεγονός ότι ο επικεφαλής της πυροσβεστικής υπηρεσίας του Yorkshire είχε αναφέρει στις εφημερίδες ότι ο πίνακας του Δακρυσμένου Αγοριού είχε εμφανιστεί στα συντρίμμια σπιτιών που είχαν μυστηριωδώς καεί ολοκληρωτικά. Σύμφωνα με τον Slemen, όταν οι δημοσιογράφοι τον ρώτησαν εάν πίστευε ότι η εικόνα ήταν διαβολική «ο επικεφαλής της πυρκαγιάς αρνήθηκε να κάνει σχόλια».
Αυτή η πρακτικά λανθασμένη δικαιολογία εισήγαγε την αφήγηση που ακολούθησε, εξηγώντας εν τέλει γιατί η εικόνα ήταν διαβολική. Η ιστορία αποκαλύφθηκε από «έναν αξιοσέβαστο ερευνητή αποκρυφιστικών θεμάτων, έναν συνταξιοδοτημένο διευθυντή σχολείου από το Devon, που λεγόταν George Mallory» το 1995. Ο Mallory βρήκε τον καλλιτέχνη που είχε ζωγραφίσει το γνήσιο πίνακα, «έναν ηλικιωμένο Ισπανό ζωγράφο πορτρέτων που ονομαζόταν Franchot Seville, ο οποίος ζει στη Μαδρίτη». Ο Seville, όπως οι έξυπνοι αναγνώστες θα καταλάβουν, ήταν ένα από τα ψευδώνυμα που χρησιμοποιούσε ο Bruno Amadio, ή αλλιώς γνωστός ως G Bragolin του οποίου η υπογραφή εμφανιζόταν σε μερικούς από τους πίνακες. Μέχρι εδώ όλα καλά.
Σύμφωνα με τον Slemen, ο Seville/Amadio/Bragolin είπε στον Mallory ότι το υποκείμενο του πίνακα ήταν ένα μικρό παλιόπαιδο του δρόμου που είχε βρει να περιφέρεται στη Μαδρίτη το 1969. Ποτέ δεν μιλούσε και είχε ένα πολύ θλιμμένο βλέμμα. Ο Seville ζωγράφισε το αγόρι και ένας καθολικός ιερέας το αναγνώρισε ως τον Don Bonillo, ένα παιδί που το είχε σκάσει αφού είδε τους γονείς του να πεθαίνουν σε πυρκαγιά. «Ο ιερέας είπε στον καλλιτέχνη να μην ασχοληθεί με το θέμα επειδή οπουδήποτε εγκαθίσταται το αγόρι θα ξεσπούσαν πυρκαγιές άγνωστης προέλευσης. Οι χωρικοί τον ονόμαζαν Διάβολο για αυτό το λόγο». Ωστόσο, ο ζωγράφος αγνόησε τη συμβουλή του ιερέα και υιοθέτησε το αγόρι. Τα πορτρέτα του σημείωσαν υψηλές πωλήσεις αλλά μια μέρα το εργαστήριό του καταστράφηκε από φωτιά και ο καλλιτέχνης υπέστη καταστροφή. Κατηγόρησε το μικρό αγόρι για εμπρησμό και ο Bonillo το έσκασε ξεσπώντας σε δάκρυα- και δεν τον είδε κανείς ξανά. Η ιστορία συνεχίστηκε: «Από όλη την Ευρώπη έφτασαν αναφορές του γρουσούζικου πίνακα του Δακρυσμένου Αγοριού να προκαλεί φωτιές. Ο Seville επίσης θεωρήθηκε γρουσούζης και κανένας δεν του ανέθεσε να ζωγραφίσει, ούτε κοιτούσε τους πίνακές του. Το 1976 ένα αυτοκίνητο εξερράγη μέσα σε φλόγες στα περίχωρα της Βαρκελώνης αφού προσέκρουσε σ' έναν τοίχο. Το θύμα αποτεφρώθηκε χωρίς να μπορεί να αναγνωριστεί, αλλά ένα μέρος του διπλώματος οδήγησης στο ντουλαπάκι αυτοκινήτου κάηκε μόνο μερικώς. Το όνομα του διπλώματος ήταν ενός 19χρονου που ονομάζονταν Don Bonillo».
Θα μπορούσε αυτός να είναι το ίδιο ορφανό που οι χωρικοί γνώριζαν ως «Διάβολο»; Σε μια εκπομπή για ταλέντα, ο Charles Fort αναφέρθηκε σε αυτούς τους ανθρώπους ως ιδιοφυΐες φωτιάς (fire genii). «Με τον όρο ιδιοφυής εννοώ κάποιον που δεν μπορεί να αποφύγει τη γνώση της φωτιάς, επειδή δεν μπορεί να αποφύγει την πυρπόληση πραγμάτων». Ενώ η ύπαρξη μερικών δημιουργών φωτιάς, όπως το τηλεκινητικό μέντιουμ Nina Kulagina, είναι καλά τεκμηριωμένη, αυτή δεν ήταν η περίπτωση του Don Bonillo. Η πηγή της ιστορίας του Slemen είναι άγνωστη και ο μυστηριώδης «George Mallory» αποδεικνύεται ότι είναι τόσο ανεξιχνίαστος, όσο και ο «Franchot Seville» ή ο «Giovanni Bragolin».
Η εμφάνιση της ιστορίας του Don Bonillo ολοκληρώνει τη μεταμόρφωση της «κατάρας του Δακρυσμένου Αγοριού» από την αφάνεια των εφημερίδων σε ένα απόλυτα ζωντανό αστικό μύθο προσβάσιμο στον καθένα διαμέσου του παγκόσμιου Διαδικτύου. Η έλλειψη οποιασδήποτε πραγματικής βάσης για τον θρύλο του Bonillo δεν κατάφερε καθόλου να αποδυναμώσει τη δημοτικότητά του.